Όταν το 1999 η Ασφάλεια στο Παγκράτι περνούσε χειροπέδες σε ένα 18χρονο κορίτσι γιατί με «μαεστρία» ξάφρισε το πορτοφόλι ενός ανυποψίαστου πολίτη οι αστυνομικοί διέκριναν ότι η «μικρή» θα ανέβαινε ψηλά στον κόσμο της παρανομίας. Η Ρομίνα, όπως είναι το βασικό από τα τρία ονόματα που χρησιμοποιεί κατάφερε μέσα σε 18 χρόνια να σκαρφαλώσει στην ιεραρχία του υποκόσμου και από “πορτοφολού” να μεταμορφωθεί σε αδιαμφισβήτητη αρχηγό μιας εγκληματικής οργάνωσης που αριθμούσε εκατοντάδες μέλη και είχε στο “παλμαρέ” της αναρίθμητες επιθέσεις σε πολίτες. Τόπος δράσης το μετρό, η Μύκονος και άλλα κοσμοπολίτικα νησιά, τα ποδοσφαιρικά γήπεδα όταν είχε ντέρμπι, οι συναυλίες. Σκοπός να «ελαφρύνουν» όσο το δυνατόν περισσότερες τσάντες και τσέπες από πορτοφόλια κάνοντας καθημερινά τζίρο χιλιάδων ευρώ. Μια συμμορία πορτοφολάδων που θύμιζε συνδικάτο εγκλήματος με άρωμα σισιλιάνικης μαφίας...
Στη Ρομίνα, το μεγάλο αφεντικό, στέκονταν όλοι προσοχή. Από δυνατά ονόματα της εγχώριας παρανομίας, μέχρι βαρυποινίτες που ζητούσαν μεροκάματο στην ομάδα της παμπόνηρης αρχηγού γνωρίζοντας ότι έχει χοντρές άκρες στην Αστυνομία, στους δικηγόρους, τα δικαστήρια.
Το απίστευτο είναι ότι τα τελευταία δύο χρόνια είχε συλληφθεί οκτώ φορές και όμως πάντα έβρισκε την άκρη να «καθαρίζει» και να κυκλοφορεί ελεύθερη στην πιάτσα. Χαρακτηριστικό της ιδιοσυγκρασίας της όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο ενημερωτικό σημείωμα της Ασφάλειας που σκιαγραφεί τη δράση και την προσωπικότητά της είναι το γεγονός «ότι ενώ βρισκόταν στην αναμονή στο Τμήμα Ασφαλείας Καλλιθέας για τη σύνταξη της σχετικής έκθεσης εμφάνισης (περιοριστικοί όροι), ταυτόχρονα εντός του τμήματος προγραμμάτιζε την ώρα έναρξης της υποομάδας που θα διέπραττε τις κλοπές τη συγκεκριμένη ημέρα».
Η 36χρονη Ρομίνα
Με τεχνητό συνωστισμό και τη «μέθοδο της σκυταλοδρομίας»Μπορεί η Ρομίνα από την Αλβανία στα 36 χρόνια της να ήταν συχνός θαμώνας των δικαστηρίων όμως ελάχιστες φορές πέρασε τη βαριά πύλη των φυλακών. Η τύχη της άρχισε να την εγκαταλείπει τον περασμένο Μάιο. Τότε που κάποιος από τον υπόκοσμο της Αθήνας μίλησε και έδωσε πολλά στοιχεία για την εγκληματική οργάνωση που είχε στήσει και διηύθυνε η Ρομίνα ή Αντωνία, ή Φατμίρα Κάμι ή Τσάμι. Οι αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Αθηνών, έστησαν μια επιχείρηση που κράτησε πέντε μήνες και κινούνταν σε τρία διαφορετικά επίπεδα: Φυσική παρακολούθηση, μπλοκάρισμα του κοριού στα τηλέφωνα του μεγάλου αφεντικού και καταγραφή από τις κάμερες στο μετρό και τον ΗΣΑΠ της δράσης των πορτοφολάδων. Καθημερινά, δεκάδες αστυνομικοί ασχολούνταν αποκλειστικά με την παρακολούθηση της συμμορίας της Ρομίνας και κατέγραφαν όλα όσα έβλεπαν σε απόρρητες αναφορές.
Όπως αναφέρεται σε ειδική παράγραφο της δικογραφίας με τον τίτλο “Μεθοδολογία”, τα μέλη της συμμορίας ξεκινούσαν νωρίς το πρωί, ακολουθώντας πιστά το πρόγραμμα που εκπονούσε η εγκέφαλος του δικτύου. «Ξεκινώντας από τις οικίες τους, μετέβαιναν με τα δικά τους μέσα, αυτοκίνητα ή μοτοσικλέτες σε σταθμούς του μετρό και του ΗΣΑΠ και ενώνονταν με άλλα μέλη της οργάνωσης σε ομάδες τριών έως δέκα ατόμων. Εισέρχονταν στις αποβάθρες και τους συρμούς επιδεικνύοντας ιδιαίτερη προτίμησε στα δρομολόγια από και προς το αεροδρόμιο».
Όπως επισημαίνουν οι αστυνομικοί στις αναφορές τους, κάθε ομάδα δρούσε σε διαφορετική περιοχή, εκτός αν εντόπιζαν κάποιο μεγάλο γκρουπ τουριστών οπότε συνέκλιναν πολλές ομάδες στο σημείο για να δράσουν από κοινού. Όσο για το αφεντικό και τους βοηθούς της; «Είχαν τον πρώτο λόγο για την σύνθεση των μελών της σπείρας που θα απάρτιζαν κατά περίπτωση την ομάδα κρούσης. Το ωράριο δράσης ήταν κυρίως μεταξύ των ωρών αιχμής (επτά με εννέα και μισή το πρωί και πέντε με εννέα το βράδυ) που παρατηρείται και μεγάλη επιβατική κίνηση καθώς και το επιλεγμένο δρομολόγιο που θα αναπτυσσόταν η κάθε υποομάδα».
Το απίστευτο είναι ότι για να μην κινούν υποψίες «ο τρόπος ένδυσης περιλάμβανε συγκεκριμένους ενδυματολογικούς κανόνες που τηρούνταν ευλαβικά από τα μέλη της σπείρας (dress code) έτσι ώστε να προσαρμόζονται στις συνθήκες και το περιβάλλον και να εκλαμβάνονται ως τουρίστες για να μην γίνονται εύκολα αντιληπτοί. Εφημερίδες, χάρτες, τσαντάκια, ζακέτες και άλλα παρεμφερή χρησιμοποιούνταν απαραίτητα ως προκάλυμμα προκειμένου με αυτόν τον τρόπο να καλύπτουν τις κινήσεις των χεριών τους τη στιγμή της επαφής με το υποψήφιο θύμα” αναφέρεται στο διαβιβαστικό της Αστυνομίας. Μάλιστα, όπως αναφέρεται “φρόντιζαν να λαμβάνουν προληπτικά μέτρα αντιπαρακολούθησης καθιστώντας κάποιες φορές εξαιρετικά δυσχερή την επιτήρηση τους. Έχοντας δε γνώση της διαμόρφωσης του κάθε σταθμού, φρόντιζαν να παραμένουν αθέατοι σε τυφλά σημεία που δεν καλύπτονται από κάμερες ασφαλείας για να μην καταγράφεται η παρουσία τους».
Όπως φαίνεται και από τις φωτογραφίες καθώς οι κάμερες έπιασαν τόσο την αρχηγό όσο και τα υπόλοιπα μέλη τη στιγμή της δράσης, τίποτα δεν ήταν τυχαίο και ποτέ κανένας δεν αυτοσχεδίασε. Οι αστυνομικοί της Ασφάλειας περιγράφουν στην έκθεση τον τρόπο που επιχειρούσαν. «Βασική προϋπόθεση για να ενεργήσουν αποτελούσε η απόσπαση της προσοχής του θύματος και η διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών με τη δημιουργία τεχνητού συνωστισμού από τα μέλη της ομάδας έτσι ώστε ο αυτουργός να δράσει με τη μεγαλύτερη κατά το δυνατόν ευκολία. Προς τούτο, το εκάστοτε υποψήφιο θύμα περικυκλωνόταν από τα μέλη της ομάδας, στιγμή κατά την οποία ο ένας σπρώχνει τον ανυποψίαστο επιβάτη και ο άλλος συνήθως ο πιο δεξιοτέχνης, προσεγγίζει και αρπάζει το πορτοφόλι ή το κινητό χωρίς να γίνει αντιληπτός, ενώ οι υπόλοιποι εγκλώβιζαν το θύμα διασφαλίζοντας τη διαφυγή του. Από τη στιγμή που αφαιρείτο το πορτοφόλι, ο αυτουργός σε καμία περίπτωση δεν το διατηρούσε στην κατοχή του αλλά άμεσα το παρέδιδε σε άλλον εν είδει σκυταλοδρομίας με τον τελευταίο να απομακρύνεται άμεσα από το βαγόνι ενώ οι υπόλοιποι σκόρπιζαν σε διαφορετικές κατευθύνσεις έως ότου ενωθούν και πάλι».
Σε ό,τι έχει να κάνει με τη μεγάλη αρχηγό οι αστυνομικοί στο διαβιβαστικό αφιερώνουν πολλές παραγράφους για το ιστορικό και τις αρμοδιότητες της στη συμμορία. «Στα καθήκοντα της αρχηγού ανάγονταν η στελέχωση των οργάνων που θα διέπρατταν τις κλοπές, ενώ συμμετείχε και η ίδια. Η Ρομίνα Τσάμι πραγματοποιούσε επαφές με διαφόρους προσπαθώντας να προσεγγίσει αστυνομικούς και υπαλλήλους της εταιρείας ιδιωτικής φύλαξης μετρό και ΗΣΑΠ ώστε με καταβολή χρηματικής αμοιβής να διασφαλίσει κάλυψη για τη δράση της ίδιας και των αρχηγικών μελών της οργάνωσης. Ήταν υπεύθυνη αποστολής των κλεμμένων κινητών και υπολογιστών στην Αλβανία και ελάμβανε σχετικές αμοιβές. Επιπλέον μεσολαβούσε σε καταστήματα WESTERN UNION για τη μετατροπή κλεμμένου συναλλάγματος σε ευρώ ενώ η ίδια είχε καθημερινή παρουσία σε σταθμούς μετρό και ΗΣΑΠ».
Δεκάδες συλληφθέντες Από τη στιγμή που η Ασφάλεια ξεκίνησε τις εφόδους συνελήφθησαν 45 άτομα, ανάμεσα τους η Ρομίνα και οι βοηθοί της. Οι περισσότεροι προφυλακίστηκαν εκτός από τα περιφερειακά μέλη ενώ οι έρευνες της Αστυνομίαε συνεχίζονται για να διαλευκανθεί κάθε πτυχή της υπόθεσης. Ο δικηγόρος ενός εκ των συλληφθέντων κ. Σταύρος Γεωργόπουλος μιλώντας στο ΘΕΜΑ τονίζει πως «η παρακολούθηση - επιχείρηση της Αστυνομίας διήρκησε περίπου 5 μήνες και αυτό δημιουργεί νομικό και κοινωνικό προβληματισμό διότι: Διογκώνεται υπερβολικά το υλικό της δικογραφίας, διαστέλλεται ο αριθμός των κατηγορουμένων (ακόμη και σε άτομα που βαπτίζονται μέλη εγκληματικής οργάνωσης επειδή έτυχε μια φορά να να βρεθούν με κάποιον εκ των δραστών) και έτσι καθίσταται ακανθώδης η έγκαιρη δικαστική διεκπεραίωση. Σε κοινωνικό επίπεδο : αν ήταν σίγουρη η Αστυνομία για κάποιους δράστες, γιατί δεν τους συνελαβε νωρίτερα (στους 2 μήνες φερόμενη δράσης) ώστε να αποτρέψει τις πράξεις που τους αποδίδονται για τους υπόλοιπους μήνες;».
Από την πλευρά του ο συνήγορος τριών μελών της ίδιας ομάδας κ. Χρήστος Μαυρομάτης τονίζει πως «η παρούσα δικογραφία αποτυπώνει μια μέσης βαρύτητας εγκληματική συμπεριφορά σχετικά με το αδίκημα της κλοπής. Φυσικά δεν πληρούνται τα ποιοτικά στοιχεία της εγκληματικής οργάνωσης. Tο πλέον όμως ανησυχητικό και δικονομικά απαράδεκτο είναι η χωρίς επαρκή αιτιολογία άρση του τηλεφωνικού απορρήτου 2 δικηγόρων».